Η Συρία ως χώρος αποτέλεσε την θρυαλλίδα μιας νέας έκρηξης στην Μέση Ανατολή. Το καθεστώς Άσαντ έπεσε μέσα σε μόλις δυο εβδομάδες σαν τραπουλόχαρτο από τις συνεχείς επιθέσεις των Τζιχαντιστών της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ, δίνοντας έτσι ένα τέλος στο ιδεολόγημα Μπααθισμού στην ευρύτερη περιοχή και εγείροντας ερωτήματα για την πολιτική πραγματικότητα διαχρονικά στην Συρία.
Αναλυτικότερα εν είδει ενός συντόμου χρονικού των εξελίξεων (ώστε να έχουμε πλήρη εικόνα) παρατηρήσαμε στις 27 Νοεμβρίου τους αντάρτες/τζιχαντιστές να εξαπολύουν επίθεση στη βορειοδυτική Συρία, θεωρητικά ως αντίποινα για τον βομβαρδισμό περιοχών υπό τους αντάρτες. Εν συνέχεια κατέλαβαν το Χαλέπι, τη δεύτερη σημαντικότερη πόλη της Συρίας (οικονομικά και πληθυσμιακά), στις 29 Νοεμβρίου και κατόπιν τη Χάμα στα νότια στις 5 Δεκεμβρίου. Δύο ημέρες αργότερα έφτασαν στη Χομς -την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας- και στις 8 Δεκεμβρίου κατέληξαν στην πρωτεύουσα Δαμασκό, το προπύργιο του Άσαντ και των υποστηρικτών της καθεστηκυίας τάξης στην Συρία.
Πρώτη σαφής παρατήρηση που οφείλει να γίνει είναι ότι οι ‘’αντάρτες’’ του καθεστώτος δεν επέλασσαν σαν οδοστρωτήρας εξαιτίας της τακτικής τους ευφυΐας ή του πολυπληθέστερου πλήθους ακολουθών ή κάποιας εύνοιας του ίδιου του Αλλάχ [sic] αλλά επειδή ο καθεστωτικός Συριακός στρατός κατάρρευσε μονός του και σχεδόν αμαχητί. Από την άλλη οι πρώτες ωμές αντιδράσεις απάθειας του πλήθους στην βίαιη (για τα πλαίσια των δυτικών φιλελεύθερων δημοκρατιών) ή κανονικοποιημένη (για τα δεδομένα της Μέσης Ανατολής) αυτή αλλαγή εξουσίας καταδεικνύουν πως το πρότερο καθεστώς ήταν τουλάχιστον αποσυνδεδεμένο από την κοινωνία της Συρίας. Κατά τρίτον φαίνεται πως σε άλλη μια αραβική χωρά με ένα σχετικά κοσμικό καθεστώς η εξουσια χάνεται και πάλι από ένα θεοκρατικό / τζιχαντιστικό σύνολο, αυτό της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ εν προκειμένω που είναι σαφώς πιο βίαιο και πιο καταπιεστικό από αυτό που κατάφερε να ανατρέψει (βάσει των διεθνών παραδειγμάτων όπως το Ιράν των Αγιοταλάδων και η Υεμένη των Χουθι).
Η αποσύνδεση αυτή και οι ακραίες ανισότητες τις οποίες ήρθαν στο φως της δημοσιότητα μέσα από τα βίντεο του πλιάτσικου του ‘’παλατιού’’ της οικογένειας Άσαντ δείχνει και την εσωτερική και θεωρητική αδυναμία της εξουσίας να αναγνώσει την κατάσταση. Δεν χρειάζεται δα και κάποιός να είναι ένας σύγχρονος Μπρεζίνσκι ή Μπίσμαρκ για να αντιληφθεί πως το πολιτικό όχημα ανάδειξης της οικογένειας των Άσαντ στην εξουσία έχει ξεπέσει προ πολλού. Κάνουμε λόγο για τον Μπααθισμό, μια πολιτική ιδεολογία που συνδέεται με το Αραβικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Μπααθ. Ο Μπααθισμός εισήχθη πρώτα τη δεκαετία του 1940 στη Συρία και αναπτύχθηκε σε αρκετές αραβικές χώρες, με κύριο στόχο τη δημιουργία ενός ενωμένου αραβικού κόσμου μέσω της κοινωνικής και οικονομικής προόδου. Ως βασική του φιλοσοφία είχε (και όχι έχει) τον συνδυασμό του αραβικού εθνικισμού με τον σοσιαλισμό, ενισχύοντας την ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της κεντρικής οικονομικής διαχείρισης και της ενότητας των αραβικών κρατών. Μετά των τελευταίων γεγονότων όμως ο Μπααθισμός φαίνεται να εκφεύγει από το πεδίον της Πολιτικής Επιστήμης μια για πάντα και να εισέρχεται στο πεδίο της επιστήμης της Ιστορίας
Έτσι σε πολιτικό επίπεδο φαίνεται ξανά, μετά και την πτώση του αντίστοιχου καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ πως υπάρχει μια αδυναμία εύρεσης μια φόρμουλας ενός σταθερού και μη βίαιου κράτους /συστήματος εξουσίας στην Μέση Ανατολή αλλά και την έλλειψη εσωτερικής πολιτικής εντός εθνικών ορίων (στην Μέση Ανατολή). Τέλος εκ των συναγομένων συμπερασμάτων είναι και κάτι πιο βαθύ, ότι δηλαδή η ίδια η φύση του μοντέλου του έθνους κράτους στην Μέση Ανατολή δεν υφίσταται όπως την γνωρίζουμε στην Ευρώπη τουλάχιστον.
Υπογράφει το παρόν ο Νεκτάριος Δαμιανής