Φτιάχνουμε ψητή γουρνοπούλα! Μια συνταγή από την Τουριστική Υπηρεσία του Δήμου Καλαμάτας, που όλοι μπορούμε να φτιάξουμε.
Υλικά
- Χοιρινό κομμάτι ολόκληρο με δέρμα
- Έξτρα παρθένο ελαιόλαδο Π.Ο.Π. Καλαμάτας
- Χοντρό αλάτι
- Πιπέρι
- Ρίγανη Ταϋγέτου
- Λεμόνι
Εκτέλεση
- Πλένουμε πολύ καλά το χοιρινό, το καρυκεύουμε και το τρίβουμε με το λεμόνι από την πλευρά του χοιρινού, που είναι η πέτσα.
- Προσθέτουμε το ελαιόλαδο.
- Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 180 με 200 βαθμούς για 3 ώρες περίπου (ανάλογα με το μέγεθος του κομματιού).
- Το βγάζετε από τον φούρνο, το αφήνετε να κρυώσει και το σερβίρετε ζεστό με πατάτες φούρνου ή τηγανιτές, σαλάτα και τυρί φέτα.
- Καλή σας όρεξη!
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΜΕ ΕΝΑ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
*Του Σταύρου Μαρινόπουλου
Κάθε χρόνο, καθημερινά, αλλά και σε διάφορες θρησκευτικές γιορτές και πανηγύρια, πρωταγωνιστεί ένα τοπικό έδεσμα: η ψητή γουρνοπούλα, που πωλείται από ψητοπωλεία, κρεοπωλεία ή από πλανόδιους πωλητές.
Με μια ολόκληρη διαδικασία στο ψήσιμο του χοιρινού κρέατος και με στόχο ένα γευστικό αποτέλεσμα, η ιστορία αυτού του φαγητού πάει πολύ πίσω. Η γουρνοπούλα (ή γουρουνοπούλα) αποτελεί ένα φαγητό με παρελθόν από την αρχαιότητα, αλλά συναντάται ιδιαίτερα στην Τουρκοκρατία, σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένο θρύλο, που παραπέμπει στο διήγημα του Ιωάννη Κονδυλάκη <<Πώς ερώμιεψε το χωριό.>>.
Ως γνωστόν, την εποχή εκείνη, οι Οθωμανοί Τούρκοι, που είχαν υπό την κυριαρχία τους τον σημερινό ελλαδικό χώρο, ήταν Μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα κι απέφευγαν το χοιρινό κρέας στην διατροφή τους. Ωστόσο, το ίδιο δεν ίσχυε για τους Έλληνες Χριστιανούς της εποχής, οι οποίοι μπορούσαν να τρώνε το χοιρινό χωρίς τον ίδιο φόβο για το αρνίσιο και μοσχαρίσιο κρέας, που θα μπορούσαν να το πάρουν οι Οθωμανοί. Έτσι, άρχισαν να εκτρέφουν περισσότερα γουρούνια οι Έλληνες, να τα σφάζουν να τα μαγειρεύουν και να τα καταναλώνουν, σε βαθμό, που έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι της τοπικής κουζίνας στο πέρασμα του χρόνου.
Σήμερα, η γουρνοπούλα είναι ένα ιδιαίτερο πιάτο, που θα βρει κανείς σε διάφορα σημεία στην Μεσσηνία (με τους κατοίκους της συνήθως να την αγοράζουν κι όχι να την μαγειρεύουν οι ίδιοι) ,αλλά με μια συνταγή, που παρά τις όποιες μικρές διαφοροποιήσεις, οδηγεί σε ένα κρατσανιστό αποτέλεσμα, σε τραγανή και ροδοκόκκινη πέτσα. Διαφοροποιήσεις, που σχετίζονται με το είδος του κρέατος, το μαρινάρισμα, τον χρόνο και τρόπο ψησίματος του κρέατος.
Συνήθως, επιλέγεται το χοιρινό κρέας από τα θηλυκά γουρούνια, λόγω της μεγαλύτερης περιεκτικότητάς τους σε λίπος, που προσφέρει στην γουρνοπούλα έξτρα νοστιμιά. Το μαρινάρισμα γίνεται με αλάτι χοντρό, μαύρο πιπέρι και ρίγανη, λάδι, σκόρδο (προαιρετικά) και λεμόνι, ανάλογα και με αυτόν, που μαγειρεύει.
Έπειτα το κρέας ψήνεται για κάμποσες ώρες στον φούρνο (ηλεκτρικό ή ξυλόφουρνο), γύρω στις 6-9, χάνοντας στο τέλος την μισή περίπου μάζα του (<<μαζεύει>>, όπως λένε οι ντόπιοι) και σερβίρεται στο τραπέζι ως κυρίως πιάτο με πατάτες (τηγανητές ή ψητές). Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι η γουρνοπούλα μπορεί να αποτελέσει περιεχόμενο σάντουιτς, μπέργκερ ή πίτας, αποτελώντας ένα must για επισκέπτες της περιοχής.